Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ

Η «Οικολογία» (Οίκος + Λόγος), που σαν όρος δημιουργήθηκε το 1866 από τον Γερμανό βιολόγο Έρνστ Χέκελ (Ernst Haeckel), ουσιαστικά σημαίνει τη μελέτη που αναπτύσσεται γύρω από τα του φυσικού οίκου του ανθρώπου, δηλαδή τη Φύση, δηλαδή το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτυσσόμαστε και μας περιβάλλει.
Προς αποσαφήνιση και όποια μείωση της σύγχυσης που υπάρχει σχετικά με το τι είναι και τι όχι, μπορούμε να ορίσουμε γενικά ότι Οικολογία είναι η μελέτη του φυσικού χώρου που περιβάλλει τον άνθρωπο (έμβια και άβια ύλη) καθώς και οι κάθε μορφής σχέσεις και αλληλεπιδράσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των οργανισμών που κατοικούν στον χώρο αυτό και με το περιβάλλον τους και ταυτόχρονα πως επιδρά το περιβάλλον στον άνθρωπο και πως ο ίδιος το επηρεάζει. Λαμβάνει δηλαδή υπόψη τον άνθρωπο σαν ένα μέρος του συστήματος τοποθετώντας τον όμως στη μέση της μελέτης αυτής.
Ο επιστήμονας οικολόγος καλείται να μελετάει τις διάφορες αρνητικές διαταραχές που μπορεί να δημιουργούνται στο οικοσύστημα και που έχουν πάντα ως αρχή τις ανθρωπογενείς παρεμβάσεις, να προσπαθεί να βρίσκει λύσεις για την επαναφορά όσο το δυνατόν του συστήματος στην φυσική του κατάσταση αλλά λαμβάνοντας πάντα υπόψη και ξεκινώντας από τον παράγοντα άνθρωπο. Ουσιαστικά προσπαθεί να προστατέψει τον ίδιο τον άνθρωπο από τον εαυτό του καθώς οι ενέργειες του που επιβαρύνουν το οικοσύστημα επιστρέφουν πάλι στον ίδιο.
Πόσο ορθός και πραγματιστικός είναι όμως αυτός ο τελευταίος συλλογισμός; Πώς γίνεται να επιβιώσουμε σαν είδος με τον τρόπο που ξέρουμε χωρίς να δημιουργούμε συνεχώς προβλήματα στο περιβάλλον και κατ’ επέκταση και σε μας τους ίδιους; Η θεωρία του οικολογικού αναρχισμού ότι πρέπει να συνυπάρξουμε απόλυτα με τη φύση και να επιστρέψουμε σε ολιγομελείς κοινότητες εξαρτώμενες αποκλειστικά από ότι προσφέρει το περιβάλλον καταστρέφοντας με τη μέθοδο του σαμποτάζ όλες τις υπάρχουσες δομές απομακρύνεται από το παρόν άρθρο ασχολίαστη.
Είναι αλήθεια ότι το πρόβλημα της οικολογικής κρίσης ξεκίνησε ή αναπτύχθηκε πάρα πολύ ραγδαία στα μέσα του 19ου αιώνα με την βιομηχανική επανάσταση με την οποία είναι αλληλένδετο. Χιλιετίες πριν ο άνθρωπος είχε ξεκινήσει την καταστροφή του γύρω του φυσικού χώρου με αποψιλώσεις, εκχερσώσεις, εκτροπές ρου ποταμών, καταστροφή οικοτόπων, εξαφάνιση ειδών. Αλλά όσα δεν κατάφερε μέσα σε μια χιλιετία το έκανε σε μια δεκαετία. Λαμβάνοντας υπόψη ότι βρισκόμαστε 150 χρόνια περίπου μετά την βιομηχανική επανάσταση μπορούμε να φανταστούμε πόσες χιλιετίες δρασκελίσαμε μέσα σε λίγες δεκαετίες.
Ποια είναι λοιπόν μια μορφή λύσης του θέματος αυτού της κρίσης; Η αποβιομηχάνιση; Τότε δεν θα λειτουργούσαμε όμως «οικολογικά» καθώς θα καταδικάζαμε σε αφανισμό το ίδιο μας το είδος. Σε αυτό ακριβώς το πολύ λεπτό σημείο βρήκαν πάτημα, εισχώρησαν και αντρώθηκαν οι οικολογικές θεωρίες που προτείνουν ισορροπία μεταξύ του ανθρώπου και της φύσης, κάτι το οποίο θεωρητικά είναι θεμιτό, αλλά οι πρακτικές που προτείνονται εθελοτυφλούν.
Στο άκουσμα της λέξης Οικολογία δημιουργούνται στον σύγχρονο άνθρωπο διάφορες σκέψεις που μπορεί να βρίσκονται πολύ κοντά στον αρχικό ορισμό ή να απέχουν παρασάγγες από αυτόν. Δυστυχώς για την συντριπτική πλειοψηφία από εμάς έχει επικρατήσει η δεύτερη περίπτωση. Η σύγχυση που υπάρχει πλέον έχει λάβει τόσο τραγικές διαστάσεις ώστε πολιτικές, περιβαλλοντικές οργανώσεις και ιδιώτες στο όνομα της προστασίας του περιβάλλοντος να καταφεύγουν σε πρακτικές και θεωρίες που εξυπηρετούν ακριβώς το αντίθετο από αυτό που φαινομενικά εκπροσωπούν καθώς και άλλους ιδιοτελείς και πάρα πολύ ανθρώπινους παρά οικολογικούς σκοπούς.
Η καλόβολη αλλά και αγαθή πρόθεση κάποιων ιδιωτών δεκαετίες πριν οδήγησε στην δημιουργία των πρώτων επίσημων και μη περιβαλλοντικών οργανώσεων που με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος στρέφονταν κατά των διαφόρων κυβερνήσεων κρατών ή επιχειρήσεων που με τη δράση επιτάχυναν την οικολογική κρίση. Αυτή η προσπάθεια βρήκε οπαδούς προχώρησε αλλά και κυνηγήθηκε αμείλικτα από τους προαναφερθέντες. Οι πιέσεις προς τα κράτη εντάθηκαν από την επιστημονική κοινότητα και κατέληξαν σε μια σειρά διαπραγματεύσεων με θέμα την κλιματική αλλαγή στο Ρίο ντε Τζανέϊρο και αργότερα στο Πρωτόκολλο του Κιότο. Συμφωνίες που έγιναν όμως σε επίπεδο εκπροσώπων όχι μόνο λαών των κρατών τους αλλά και των βιομηχανιών. Κανένας ποτέ δεν ρωτήθηκε ή του δόθηκε εξήγηση για το τι ακριβώς περιλαμβάνουν στο πρακτικό και όχι θεωρητικό επίπεδο αυτές οι συμφωνίες και κατά πόσο τηρούνται οι αποφάσεις της μείωσης της εκπομπής ρύπων στην ατμόσφαιρα.
Άρχισε λοιπόν να εφαρμόζεται ένα στοίχημα για το πόσο δυνατόν θα ήταν να αυξηθεί η παραγωγή αγαθών, λόγω της ζήτησης για νέα και περισσότερα προϊόντα που έχουν δημιουργήσει τεχνητά οι βιομηχανίες, και ταυτόχρονα να μειωθεί η παραγωγή ρύπων από τα εργοστάσια. Κάτι το οποίο δεν έχει επιτευχθεί ακόμα, αλλά κατάφερε να καθησυχάσει την κοινή γνώμη ότι οι «Μεγάλοι» ενδιαφέρονται, αν και το πρόβλημα αυξάνεται.
Και το στοίχημα άλλαξε. Ένα νέο σύνθημα έπεσε. Εσύ τι κάνεις για το περιβάλλον; Εντάξει η βιομηχανία δεν μπορεί να κάνει πολλά, αλλά εσύ σαν ιδιώτης τι κάνεις; Μήπως έχεις και εσύ μερίδιο ευθύνης; Οι μεγάλες και μικρές περιβαλλοντικές οργανώσεις βρήκαν έναν νέο υπεύθυνο. Τον καθέναν από εμάς. Όλοι φταίμε. Όλοι με τις πράξεις μας οδηγήσαμε το οικοσύστημα μας σε αυτή την κατάσταση. (Θυμίζει αρκετά την ηρωική ρήση «μαζί τα φάγαμε»). Χρηματοδοτούμενες κατά πολύ πια οι οργανώσεις αυτές, που κάποιες φέρουν πλέον και τον πολύ τίτλο Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, στην απεγνωσμένη προσπάθεια να μας πείσουν ότι δεν έχουν σχέση με αυτούς που τους χρηματοδοτούν, ξεκίνησαν εκστρατείες ενημέρωσης του κοινού στο πόσο φταίμε για το πρόβλημα και πως μπορούμε να βοηθήσουμε στην επίλυση του. Αρκετές από αυτές βέβαια χρηματοδοτούνταν με κονδύλια τόσο κυβερνητικά (από τη φορολογία μας δηλαδή) όσο και κοινοτικά χωρίς, όχι μόνο να παρουσιάσουν κάποιο έργο, αλλά και να έχουν μια στοιχειώδη εγκατάσταση, ένα γραφείο που θα επέτρεπε τουλάχιστον να μην χαρακτηριστούν «φαντάσματα» με την κυριολεξία του όρου.
Πεπεισμένοι πλέον ότι φταίμε όλοι ξεχάσαμε τι κάνουν τα κράτη και οι επιχειρήσεις για την συνεχή εκμετάλλευση του περιβάλλοντος (υπερκαλλιέργεια, υπερκτηνοτροφία, υπεραλίευση, υπερεκμετάλλευση πόρων) καθώς μας έχει παγιωθεί η άποψη ότι έχουμε ανάγκη από όλο και περισσότερα, πιο καινούργια και πιο άχρηστα για την καθημερινότητα και διαβίωση μας αγαθά. Και ποιος είναι ο πιο κατάλληλος να μας τα παρέχει; Μα φυσικά η βιομηχανία με την συνεχή παραγωγή τους, συνεπαγόμενης και της συνεχής ρύπανσης του οικοσυστήματος και της αλλοίωσης του.
Το επόμενο βήμα χειραγώγησης και ύπνωσης ήταν η εφαρμογή της πολιτικής αυτής μέσω κομματικών σχηματισμών. Άρχισαν να ξεπηδούν λοιπόν παντού κόμματα και πολιτικοί αρχηγοί που ισχυρίζονταν ότι η εφαρμογή μιας περιβαλλοντικής πολιτικής είναι ξεκομμένη από κάθε είδους πολιτικό –ισμό. Ούτε η Δεξιά ούτε η Αριστερά ούτε το Κέντρο, ούτε και τα μεταξύ τους παντρέματα ήταν ικανά να προσδιορίζουν μια πολιτική για το πρόβλημα και να δημιουργήσουν λύσεις. Πολιτικά και κοινωνικά ρεύματα σαν τον Φιλελευθερισμό, τον Κομμουνισμό, τον Σοσιαλισμό θεωρήθηκαν ακατάλληλα για να ασχοληθούν με την οικολογία και την προστασία του περιβάλλοντος καθώς προβάλλουν μόνο τον άνθρωπο ξεχωριστό από τον γύρω του χώρο.
Ο αποπροσανατολισμός και η σύγχυση του κόσμου αυξήθηκε και σημειώθηκαν κινήσεις έντονες προς αυτές τις περιβαλλοντικές κομματικά τάσεις που στερούνταν οποιουδήποτε άλλου πολιτικού υποβάθρου παρά την προστασία με έναν αόριστο και ίσως ανεκπλήρωτο τρόπο του περιβάλλοντος, περιλαμβάνοντας από τον καθαρισμό της γειτονιάς μας μέχρι την ανησυχία για τους πάγους των πόλων. Τα αστικά κόμματα βρίσκοντας πολύτιμη αυτή την «συνεισφορά» των κομμάτων αυτών τα προσεταιρίστηκαν και υιοθέτησαν κάποιες από αυτές τις ασαφείς θέσεις προς όφελος της διακυβέρνησης τους, εννοώντας ότι ενδιαφέρονται όσο το περισσότερο δυνατόν για τις θέσεις αυτές, χρησιμοποιώντας αυτά τα ουσιαστικά «απολιτίκ» κομματικά σχήματα για τη στήριξη της περιβαλλοντικής τους πολιτικής.
Τα τελευταία χρόνια λοιπόν, «παίζει» πολύ το θέμα της Οικολογίας (καμίας σχέσης με τον αρχικό ορισμό του) με μια μεγάλη ασάφεια ως προς το περιεχόμενο της. Αυτό που μένει και προβάλλεται είναι ότι όλοι μας μπορούμε να βοηθήσουμε σβήνοντας τα φώτα, χρησιμοποιώντας «οικολογικά προϊόντα» σε υπέρογκες τιμές, αλλάζοντας αυτοκίνητο ή εγκαθιστώντας ηλιακούς συλλέκτες και φωτοβολταϊκά συστήματα με διαμεσολαβητή βεβαίως το κράτος και επιδοτούμενα πάντα από κάποιο κοινοτικό πρόγραμμα με δάνεια που οφείλουν να αποπληρωθούν.
Κινήσεις πολιτών που ενδιαφέρονται να ευαισθητοποιήσουν τον κόσμο να συμμετέχει σε, εθελοντικές πάντα, προσπάθειες καθαρισμού της γειτονιάς των ακτών των δρόμων των πάρκων και γενικά του χώρου που μας περιβάλλει, θα μπορούσαν να έχουν σημασία σε μια αυτοδιοικούμενη κοινωνία χωρίς κρατική φροντίδα για όλα αυτά που την πληρώνουμε μέσω των φόρων, χωρίς φροντίδα τοπικής αυτοδιοίκησης που επίσης πληρώνουμε, χωρίς υπηρεσίες και αντιδημάρχους καθαρισμού. Μόνο ως «δεκανίκι» στήριξης της πολιτικής του αποπροσανατολισμού από τα πραγματικά προβλήματα της εκάστοτε αρχής θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν καθώς και πληρώνουμε και δουλεύουμε.
Τα προβλήματα της ανεργίας και της οικονομικής και κοινωνικής ανέχειας που βιώνουμε όλο και περισσότερο βρίσκουν πλασματικές διεξόδους της λαϊκής οργής σε ξεσπάσματα τέτοιων λύσεων όπου αισθανόμαστε χρήσιμοι και ότι προσφέρουμε επιτέλους κάτι σαν άχρηστοι, τεμπέληδες και καλοφαγάδες που ήμασταν όλα αυτά τα χρόνια ή έχοντας την πεποίθησης ότι αντικαθιστούμε την άχρηστη κυβέρνηση μας και τους, γενικά και αόριστα «κλέφτες και ψεύτες πολιτικούς».
Η επιβράβευση τέτοιων προσπαθειών και η προβολή τους από την κάθε αστική κυβέρνηση ή από τα ΜΜΕ αναδεικνύει με έναν επιπρόσθετο τρόπο το πόσο χρήσιμο είναι αυτό το φαινόμενο του εθελοντισμού στον καθένα που επιθυμεί να χειραγωγήσει.
Ποια είναι η λύση λοιπόν, θα επαναλάβει αυτό το άρθρο; Είναι αναπόφευκτη η εκμετάλλευση του οικοχώρου μας για να επιβιώσουμε. Αλλά όχι η υπερεκμετάλλευση. Με σταθερή παραγωγή προϊόντων απαραίτητων για την συνέχιση και διαιώνιση του είδους μας, κάτι που επιβάλλει και η Φύση σε όλα τα είδη, και όχι με την δημιουργία αναγκών που δεν υπάρχουν ή δεν είναι απαραίτητες. Οι ανάγκες μας δεν αυξάνονται αυτόματα από μόνες τους. Εδώ, απωλέσαμε τελείως το νόημα της συνύπαρξης μας με όλα τα έμβια και άβια όντα και όχι έτσι όπως προβάλετε από τις οικολογικές εκρήξεις αυτοενοχής απενεχοποιόντας έστω και ασυνείδητα το πραγματικό πρόβλημα της όλης πολιτικής που εφαρμόζουν οι εκάστοτε «Μεγάλες Δυνάμεις» κρατών.

Στέφανος Γούναρης

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010

ΜΙΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΗ ΦΟΥΣΚΑ

Ο κύριος Πάσχος Μανδραβέλης υπογράφει στην καθημερινή της πέμπτης, 9/12, ένα άρθρο με τίτλο «Μια φούσκα σε αναμονή». Το άρθρο αναφέρεται στην αγορά βιβλίου υποστηρίζοντας πως και εκεί έχουν τελειώσει τα κρατικοδίαιτα χρόνια. Τώρα που το κράτος πάσχει από ταμειακές ελλείψεις οι χίλιοι και πλέον εκδοτικοί οίκοι της χώρας μας, που συντηρούνταν από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις, μάλλον είναι καταδικασμένοι. Αυτό όσον αφορά τη διαπίστωση του προβλήματος
Ο κύριος μανδραβέλης όμως προχωρεί και στην πρόταση λύσης. Απορεί γιατί δεν βλέπει να λαμβάνονται συλλογικές πρωτοβουλίες που να αντιμετωπίζουν την κρίση. Βέβαια , όταν αναφέρεται σε συλλογικές πρωτοβουλίες εννοεί τις συγχωνεύσεις και τις συνεπαγόμενες απολύσεις από τις ενοποιημένες εταιρίες. Και για να μη μας αφήσει καμιά αμφιβολία για το αντιδραστικό περιεχόμενο των προτάσεων του περνάει και στο θέμα της απελευθέρωσης του ωραρίου, με την τελική διαπίστωση ότι σε αυτή την χώρα δεν μας λείπουν λεφτά ούτε χρόνος για να ζήσουμε, αλλά μυαλό. Αποκαλεί έτσι , εμμέσως πλην σαφώς, ως απαρτιζόμενο από άμυαλους τον σύλλογο βιβλίου και χάρτου αττικής, γιατί στη δήλωση του ενάντια στην απόφαση του νομάρχη αττικής κ. Σγουρού να λειτουργήσουν τα καταστήματα την Κυριακή 12/12, αναγράφεται με κεφαλαία «ΔΕΝ ΛΕΙΠΟΥΝ ΟΙ ΩΡΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΨΩΝΙΣΟΥΜΕ - ΛΕΙΠΟΥΝ ΤΑ ΦΡΑΓΚΑ ΚΑΙ ΟΙ ΩΡΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ».
Σίγουρα, όμως δεν θεωρεί άμυαλο τον εαυτό του, που βρίσκει τη λύση της κρίσης στο να δεχτούν οι εργαζόμενοι να δουλεύουν αδιαμαρτύρητα περισσότερες ώρες με λιγότερα χρήματα, άλλωστε μόλις ανακάμψει η οικονομία θα τους δοθεί κοινωνικό μέρισμα, όπως τους δόθηκε από την ανάπτυξη της Ελλάδας με 4%(την πιο υψηλή στην ΟΝΕ) όλη τη δεκαετία 1995-2005!!!!. Μάλλον κρίνει εξ ιδίων τα αλλότρια. Ο ίδιος , από ότι φαίνεται πήρε το μέρισμα του και με το παραπάνω, όπως όλοι οι «έγκυροι» και «έγκριτοι» δημοσιογράφοι που μας νουθετούν να δεχτούμε την υποβάθμιση της ζωής μας, κερδίζοντας τις δικές τους ζωές από αυτή ακριβώς τη νουθεσία.
Δεν νουθετούν κανένα από τους επιχειρηματίες που όλα τα προηγούμενα χρόνια, που ο Ελληνικός λαός κοιμόνταν τον ύπνο του δικαίου κερδοσκοπούσαν στην πλάτη του. Ας συλλογιστούμε απλά, πόσα κέρδισαν οι επιχειρηματίες και οι διάφορες εταιρίες, αφού μπορούσαν να δώσουν τόσα χρήματα σε μίζες. Δεν θα έπρεπε και αυτοί να ρίξουν τα χρήματα που έχουν μαζεμένα, πάντως από τους δημοσιογράφους θα περιμέναμε να είναι πιο έξυπνοι και να τα λένε αυτά για ξεκάρφωμα, αλλά φαίνεται αυτοί είναι οι όροι των αφεντικών τους.
Όλοι όμως αυτοί οι κερδοσκόποι και οι ψευτοταγοί, άλλοτε τεχνοκράτες και άλλοτε απλά ωμοί, ας μη γέλιονται. Θα έρθει και η απάντηση σε αυτούς, όταν αγανακτισμένος ο λαός πάρει την απόφαση να συγκρουστεί με όλους αυτούς που όλο ξέρουν τι πρέπει να γίνει και όλο μας θάβουν στο αδιέξοδο για να ζουν αυτοί καλύτερα. Η απάντηση σε αυτό το σύστημα που καταδικάζει στη φτώχεια και στην ανέχεια συνεχώς και περισσότερους ανθρώπους και που αποτελείτε από τα πολιτικά κόμματα ΝΔ ΠΑΣΟΚ ΛΑΟΣ, αλλά και δημοσιογράφους με αρχηγούς επιχειρηματικά συμφέροντα, δεν μπορεί να αργήσει. Σε λίγο το ζήτημα θα μπει καθαρά ή αυτοί ή ο λαός

Γιάννης Κοτζαμπάσης

Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

Στις 9 Σεπτεμβρίου 1944 και ενώ τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν εισέλθει χωρίς αντίσταση στην Βουλγαρία από την προηγούμενη, στην πρωτεύουσα της, τη Σόφια, σημειώνεται επαναστατική εξέγερση από την αντιστασιακή οργάνωση του Πατριωτικού Μετώπου κύρια συμμετοχή στην οποία είχε το Βουλγαρικό Εργατικό Κόμμα (το κομμουνιστικό κόμμα της Βουλγαρίας). Έτσι η Βουλγαρία μετατρέπεται σε ένα εν δυνάμει σύμμαχο των Αγγλορώσσων καθώς η αναγνώριση της σαν συμμάχου, επέβαλλε την αποχώρηση όλων των δυνάμεων της από τις κατεχόμενες περιοχές. Τα στρατεύματα που βρισκόταν στην Κεντρική, Ανατολική Μακεδονία και Θράκη συμμορφώθηκαν σχεδόν αμέσως, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, με την νέα 180 μοιρών πολιτική κατάσταση που διαμορφώθηκε στην πατρίδα τους. Με αυτά τα νέα γεγονότα, ο ΕΛΑΣ διατάσσει τις μονάδες του, μετά από συνεννόηση, να εισέλθουν στις κατεχόμενες περιοχές με όλες τις προφυλάξεις, αν και οι Βούλγαροι θεωρούνταν πια σύμμαχοι των Άγγλων.
Στις 14 Σεπτεμβρίου τμήματα του 3ου Τάγματος του 26ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ εισέρχονται στις περιοχές των Σερρών και στην Αλιστράτη, χωρίς καμία αντίσταση από τις βουλγαρικές δυνάμεις, οι οποίες δεν αποχωρούν από τη Μακεδονία με το πρόσχημα της βοήθειας των συμμάχων εναντίων των γερμανικών δυνάμεων και τήρησης της ασφάλειας στην περιοχή, και απλά απομονώνονται στους στρατώνες τους αφήνοντας την διοίκηση, πολιτική και στρατιωτική στα χέρια των Ελλήνων.
Καθώς η καθημαγμένες από τον πόλεμο και κατοχή τοπικές κοινότητες είχαν χάσει κάθε έννοια αυτοδιοίκησης, το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ από τον Ιανουάριο του 1944 εφάρμοζε ένα νομοθέτημα που αφορούσε την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Δικαιοσύνη σε κάθε περιοχή που απελευθέρωνε. Αυτό ήταν οι “Διατάξεις για την Αυτοδιοίκηση και τη Λαϊκή Δικαιοσύνη” που εκδόθηκαν με την απόφαση 2929 του Γ.Σ. του ΕΛΑΣ, αναγνωρίστηκαν αργότερα και από την ΠΕΕΑ (ΠΕΕΑ Πράξη 4) και ίσχυσαν μέχρι και μετά την απελευθέρωση.
Σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση που διαμορφώθηκε μετά την λήξη του εμφυλίου και ισχύει εν πολλοίς ακόμη και σήμερα για το ΕΛΑΣ-ΕΑΜ, υποστηρίζοντας καλοπροαίρετα ότι πρόκειται για γενναίους άτακτους πατριώτες αντάρτες ή κακοπροαίρετα για παραστρατημένα τέκνα που παρασύρθηκαν από τον ξενοκίνητο κομμουνισμό, ο ΕΛΑΣ αποτελούσε έναν στρατιωτικό σχηματισμό οργανωμένο σε μεραρχίες, συντάγματα, τάγματα, λόχους και διμοιρίες με διοικητές στρατιωτικούς επαγγελματίες και μη και το ΕΑΜ ένα μηχανισμό που μεταξύ άλλων συντόνιζε την ανασυγκρότηση των καταστρεμμένων κοινοτήτων. Ο Κώδικας για την Αυτοδιοίκηση και την Λαϊκή Δικαιοσύνη αποτελούσε ένα σύνολο 146 άρθρων παρόμοιο στη σύνθεση, αλλά όχι στο εσωτερικό του, με τους σημερινούς κώδικες τοπικής αυτοδιοίκησης, χωρίς να προβλέπει βέβαια κανενός είδους συνένωση.
Βάση των άρθρων 3, 8, 9, 10, 11 και 15 του Κώδικα Αυτοδιοίκησης, στις 30 Σεπτεμβρίου 1944, συνέρχονται για αρχαιρεσίες το πρώτο 7μελές Κοινοτικό Συμβούλιο Αλιστράτης αυτοαποκαλούμενο νεοεκλεγέν, υπονοώντας καθολική διαδικασία εκλογής του από τους δημότες στις 29 του μηνός, κάτι το οποίο έγινε στην πόλη των Σερρών με τρεις υποψηφίους δημάρχους. Με το άρθρο 9 συστήνονται και επιτροπές Λαϊκής Ασφάλειας, Επισιτισμού, και Λαϊκό Δικαστήριο. Επίσης λειτουργούσαν Πολιτοφυλακή, Εθνική Αλληλεγγύη και Επιμελητεία του Αντάρτη (ΕΤΑ).
Πρώτες ενέργειες του Συμβουλίου είναι ο προσπορισμός εσόδων από τις καταθέσεις της πρώην βουλγαρικής Κοινότητας στην Βουλγαρική Αγροτική Τράπεζα Σερρών και Δράμας, η κατάσχεση και συγκέντρωση τροφίμων, καπνού και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης, από τους βουλγάρους και βουλγαρόφρονες σύμφωνα με το άρθρο 17, και η διανομή σταδιακά στους κάτοικους. Η διανομή γινόταν με κάποιο αντίτιμο σε λεβ, καθώς η δραχμή δεν είχε αρχίσει να επανακυκλοφορεί ακόμα, σε όσους μπορούσαν να πληρώσουν, και δωρεάν στους άπορους και στις ανταρτικές οικογένειες. Το πρόβλημα της στέγασης φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα έντονο καθώς 3 διαφορετικές συνεδριάσεις απασχολούν το συμβούλιο με το θέμα διανομής σπιτιών και δωματίων σε άστεγους με τις οικογένειες τους από τα κρατικά σπίτια της Κοινότητας που έκτισαν οι βούλγαροι για τους εποίκους τους, από τα εγκαταλελειμμένα σπίτια βουλγάρων και ελλήνων βουλγαροφρόνων που τα εγκατέλειψαν καταφεύγοντες στη Βουλγαρία και από τα σπίτια ελλήνων προσφύγων στη γερμανοκρατούμενη ζώνη που δεν επέστρεψαν ακόμα. Όσοι είχαν τη δυνατότητα πληρωμής ενοικίου το κατέβαλαν στην Κοινότητα, οι υπόλοιποι διέμεναν δωρεάν. Μέριμνα υπήρχε και για τους κατοίκους που απελευθερώθηκαν από τις βουλγαρικές φυλακές με διανομή δωρεάν ειδών πρώτης ανάγκης (σιτάρι, καλαμπόκι, πετρέλαιο, σαπούνι και μετρητά από το κοινοτικό ταμείο). Στους κάτοικους γεωργούς χορηγούνταν δωρεάν και προσωρινά χωράφια για σπορά και καλλιέργεια από τα κατασχεμένα και εγκαταλελειμμένα, σιτάρι και σίκαλη για σπόρο και απαγορεύθηκε, με κυρώσεις, η παράνομη και αυθαίρετη καλλιέργεια, αν και οι αποφάσεις που αφορούσαν κτηματικά ζητήματα ακυρώθηκαν από την Νομαρχία Σερρών (Εγκύκλιος υπ. αριθ. 92/28-03-1945 παράγραφος 1, για όλες τις Κοινότητες του νομού).
Βάση του άρθρου 17 επιβλήθηκε κοινοτική φορολογία σε παραγόμενο και εξαγόμενο κρασί, τσίπουρο, αγοραπωλησία ζώων και σφαγή βοοειδών, αμνοεριφίων και χοίρων. Σε συνεργασία με τις αυτοδιοικήσεις των γύρω χωριών Αγιοχωρίου, Περιχώρας, Κρυοπηγής, Συμβολής και Λευκοθέας τα συμβούλια ανέλαβαν από κοινού την τροφοδοσία και μισθοδοσία της Πολιτοφυλακής μετά από σχετική διαταγή της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας (ΟΜΜ απόφαση υπ. αριθ. 16/11/11/1944). Εκποιήθηκαν κοινοτικά ειδή για την κάλυψη διαφόρων αναγκών της Κοινότητας και για την μισθοδοσία των υπαλλήλων της. Επιβλήθηκε υποχρεωτική εισφορά σε όσους μπορούν να πληρώσουν με ονομαστικό κατάλογο. Δόθηκε ειδική μέριμνα για την επισκευή του κτηρίου του Γεωργικού Συνεταιρισμού «Δήμητρα» για χώρο πολιτιστικών εκδηλώσεων, αίθουσα χορού και συνεδριάσεων και ενισχύθηκε οικονομικά τόσο η «Δήμητρα» όσο και ο άλλος συνεταιρισμός «Ομόνοια». Επισκευάστηκε το υδραγωγείο Αλιστράτης, λειτούργησε αίθουσα παιδικού συσσιτίου και συστάθηκε επιτροπή καπνεργατών με αρμοδιότητα την επεξεργασία του κατασχεμένου καπνού των βουλγάρων. Το συμβούλιο της Φιλαρμονικής συνέταξε κατάλογο 22 μουσικών στους οποίους η κοινότητα παρείχε χρηματικό επίδομα και χορηγήθηκαν είδη ανάγκης. Επανδρώθηκε το Δημοτικό Σχολείο με 12 εγγράμματους κατοίκους σαν δασκάλους και δασκάλες με μισθό που καθορίστηκε από το συμβούλιο.
Η κοινότητα και οι διάφορες επιτροπές απασχολούσαν δασκάλους, αρχιφύλακα, υπάλληλο των Τ.Τ.Τ., υδρονομείς, καραγωγείς, αποθηκάριους, αγροφύλακες, ειδικό γραμματέα, γραμματέα Επισιτισμού, βοηθό γραμματέα, κοινοτικό κηπουρό, εργολάβο καθαριότητας, γραμματείς και προσωπικό στον Επισιτισμό, και το Λαϊκό Δικαστήριο, και πλήθος εργατών για την μεταφορά των κατασχεθέντων σιτηρών, καπνών, διάφορων άλλων υλικών και για άλλες εργασίες. Οι μισθοί τους καθορίζονταν συχνά μέσα από συνεδριάσεις του Κοινοτικού Συμβουλίου και σε περιπτώσεις ελλείψεις χρημάτων πληρώνονταν σε είδος τροφίμων κυρίως.
Συνολικά 23 συνεδριάσεις σε διάστημα 4 μηνών με πληθώρα αποφάσεων, δείχνουν ότι η Κοινότητα είχε έναν μηχανισμό που προσπαθούσε αν όχι να ανασυστήσει την τοπική κοινότητα, τουλάχιστον να επανορθώσει σε ένα βαθμό την καταστροφή τόσων χρόνων ακολουθώντας τον Κώδικα Αυτοδιοίκησης και δεχόμενη τον έλεγχο των Επαρχιακών και Νομαρχιακών Οργάνων. Το ΕΑΜικό Κοινοτικό Συμβούλιο της Κοινότητας Αλιστράτης, στους λίγους μήνες λειτουργίας του, επέβαλλε μια οργάνωση και έβαλε τις βάσεις για την μετέπειτα ανόρθωση και ανασύνταξη της κοινότητας από την μεταβαρκιζική διοίκηση που εγκαταστάθηκε στις 22/03/45.

Στέφανος Γούναρης

Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ

Σχετικά με την ελληνική επανάσταση του 1821, έχουμε το παράδειγμα ενός λαού που κατοικεί σε έναν συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο, με κοινή γλώσσα και θρησκεία, ήθη και έθιμα λίγο πολύ κοινά μεταξύ τους, ανάλογα με την περιοχή. Από την άλλη ένας άλλος διαφορετικός λαός που έχει προσαρτήσει βίαια αυτά τα εδάφη, έχοντας επιβάλλει την κυριαρχία του ισχυρότερου. Οι Οθωμανοί έχοντας δημιουργήσει μια αχανή και πολυπληθής αυτοκρατορία, που περιλάμβανε παρά πολλά διαφορετικά φύλα μεταξύ τους, αναγκάστηκαν να αναπτύξουν ένα πολύπλοκο γραφειοκρατικό σύστημα διοίκησης. Μεταξύ άλλων δημιούργησαν ουσιαστικά τύπου φέουδα (τιμάρια για την ακρίβεια), δίνοντας τη δυνατότητα σε στρατιωτικούς ηγέτες, αλλά και απλούς στρατιώτες, αρχικά να δημιουργήσουν μια δική τους ιδιόκτητη ακίνητη περιουσία από τα κατακτημένα εδάφη και να την ελέγχουν με τον όρο να αποδίδουν φορολογία στον σουλτάνο. Προσπαθώντας να αποφευχθούν τα φαινόμενα των εξεγέρσεων των υποδούλων και για να υπάρχει κάποιος να “συνεννοείται”, να μιλάει τη γλώσσα τους, να τους γνωρίζει και να κάνει ουσιαστικά τoν μεσίτη ή μάλλον το φερέφωνο εντολών μεταξύ κεντρικής εξουσίας και ραγιάδων, διατηρήθηκε μια παλαιά οργανωτική δομή του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους (Βυζαντινή αυτοκρατορία). Δόθηκε το δικαίωμα σε κατά τόπους άρχοντες να διατηρήσουν την εξουσία τους και τα προνόμια τους, καθώς θα ήταν ιδίας καταγωγής με τους υπόδουλους. Αυτοί, που θεωρητικά αλλά και πρακτικά σχεδόν πάντοτε, τους εμπιστευόταν ο λαός θα ήταν υπόλογοι για τις πράξεις του ποιμνίου τους στον ανώτερο Οθωμανό αφέντη. Έτσι θα έπρατταν ότι καλύτερο μπορούσαν για να διατηρήσουν το status quo, σώζοντας έτσι τις περιουσίες τους και τις ζωές τους από πιθανή μήνη των Οθωμανών λόγω κάποιου «παραπτώματος» των ραγιάδων. Ο λαός έχοντας ζήσει εκατοντάδες χρόνια με την ίδια κατάσταση αντιλαμβάνεται φυσικά την διαφορετικότητα του από τον κατακτητή αλλά δεν υπάρχει αυτό που ονομάστηκε αργότερα κοινή εθνική συνείδηση και σύμφωνα με αρκετούς είναι ο συνεκτικός κρίκος φυλετικών ομάδων με κοινά χαρακτηριστικά. Η έννοια του έθνους δεν υφίσταται, υπάρχει μόνο η κοινή συνείδηση ότι είναι «ρωμιοί» ξεχωριστός λαός που κατοικεί στα πλαίσια μιας αυτοκρατορίας πολυπληθούς και με διάφορες ομάδες πληθυσμών που καθεμιά έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η καταπιεστική πολιτική του κατακτητή και η μη αναγνώριση ισότητας όλων των λαών , παρόλο το σχετικό σεβασμό σε θρησκεία, ήθη, έθιμα, γλώσσα και την σχετική ανοχή σε αυτά, οδηγούν σε συχνές μικροεξεγέρσεις και ληστανταρσίες των κατοίκων της υπαίθρου που καταφεύγουν στα βουνά προκειμένου να ζήσουν μια πιο ανθρώπινη ζωή πέρα από τις φορολογίες, τις στρατεύσεις και την καταπίεση τόσο της Υψηλής πύλης όσο και τον κατά τόπους αρχόντων Οθωμανών αλλά και Ελλήνων προεστών. Όταν ο Γιώργος Φλέσσας, στη συνέλευση της Βοστίτσας, μίλησε για λαϊκή εξέγερση και ουσιαστικά ένοπλη σύγκρουση με τις αρχές κατοχής δεν έπεισε κανέναν. Οι προεστοί που αυτοδιορίστηκαν ηγέτες της εξέγερσης δεν είχαν καμία διάθεση να εμπλακούν σε μια περιπέτεια που θα τους στοίχιζε εκτός από τα χωράφια τις περιουσίες την εξουσία που κατείχαν ενδεχομένως και τις ζωές τους. Η βοήθεια θα ερχόταν από μια ξένη δύναμη με τις πλάτες τις οποίας θα μπορούσαν να διαπραγματευθούν κάποιες αυτόνομες περιοχές υπό τον έλεγχο της Υψηλής Πύλης αλλά με πιο πολλές ελευθερίες. Οι οπλαρχηγοί, άνθρωποι του πολέμου, μετατρέπονταν σε λαϊκούς ήρωες καθώς έρχονταν σε σύγκρουση με κεντρική και τοπική εξουσία (οθωμανική και ελληνική). Το φαινόμενο του καιροσκοπισμού ήταν διάχυτο στις τάξεις των κλεφτών και των αρματολών που ακόμα και στα μέσα του πολέμου της επανάστασης, αρκετοί δεν είχαν συνειδητοποιήσει ότι μάχονταν για ένα μελλοντικό ανεξάρτητο κράτος με αμιγώς ελληνική λαϊκή διοίκηση (όχι ότι κάτι τέτοιο επιτεύχθηκε ποτέ!). Μάχονταν εν πολλής με τον γνωστό τους προσφιλή τρόπο του κλεφτοπολέμου. Εκεί ίσως έγκειται και το γεγονός ότι κατάφεραν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα όχι μόνο να προσβάλλουν αλλά και να αναχαιτίσουν τον συγκροτημένο οθωμανικό τακτικό στρατό. Ποτέ δεν υπήρχε σαν σκέψη ένα πλήρες ανεξάρτητο κράτος με κεντρική διοίκηση. Όλοι οι προύχοντες θεωρούσαν ότι θα μπορούσαν να διατηρήσουν τα φεουδαρχικά τους δικαιώματα στις περιοχές τους (αδιανόητη η διανομή της γης στους καλλιεργητές της) κάτι που βασάνιζε το πρώτο ελληνικό κράτος πολλά χρόνια μετά την σύσταση του. Ακόμη και οι οπλαρχηγοί αντιδικούσαν τόσο μεταξύ τους, όσο και με τους προεστούς, για το μερίδιο της εξουσίας που θα τους αναλογούσε όταν εκδιώκονταν οι Οθωμανοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δυο εμφύλιοι εν μέσο επαναστατικής διαδικασίας και καιρώ πολέμου. Το αν είχαν συνειδητοποιήσει γιατί επαναστατούσαν ή όχι και τι ζητούσε από την επανάσταση κάθε κοινωνική τάξη ίσως για μερικούς δεν έχει τώρα πια σημασία. Έχουν όμως τα αποτελέσματα αυτής της συνείδησης από τα οποία το ελληνικό κράτος δεν έχει ακόμα συνέλθει.

Στέφανος Γούναρης

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2009

Με αφορμή μια επιγραφή έξω από ένα χριστιανικό ναό που προέτρεπε τους ανθρώπους να είναι αγνοί σαν τα λουλούδια (τότε μόνο θα αποκτήσουν και την ομορφιά τους), δημιουργήθηκαν κάποιοι προβληματισμοί σχετικά με το τι ορίζουμε ως αγνό αρχικά.

Η αντίληψη σχετικά με την αγνότητα των ανθρώπων είναι συνυφασμένη με το αμόλυντο, το καθαρό, το άσπιλο, το απαλλαγμένο από κάθε είδους αμαρτία. Αντίληψη η οποία, όπως και πολλές άλλες, αν όχι εμφυτεύτηκε, ενισχύθηκε και χρησιμοποιήθηκε για την προώθηση της χριστιανικής Ηθικής, μέσο των Πατέρων της Εκκλησίας. Μιας ηθικής που ορίζει και περιορίζει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από όσο επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νομίζει, την ελευθερία μας στην καθημερινότητα μας.

Αγνός, λοιπόν, είναι ο αναμάρτητος άνθρωπος που συνεχίζει έτσι καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, καλόβουλος, υπομονετικός αλλά και υποτακτικός, ανεκτικός μέχρι εγκληματικού βαθμού στις γύρω του εξελίξεις. Ασχολείται με την προσωπική του “πνευματική αναζήτηση”, αδιαφορώντας ή αγνοώντας το γίγνεσθαι. Κατά πόσο όμως ένας άνθρωπος με αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να θεωρηθεί “Aνθρωπος”; Πόσο φυσικό μπορεί να είναι να μην λέμε ψέματα, να μην οργιζόμαστε, να μην αμαρτάνουμε με κάθε τρόπο σε κάθε μέγεθος; Γιατί πρέπει να υπάρχει ένας μικρός ή μεγάλος “όφις” πίσω μας που να μας καθοδηγεί από το να κλέψουμε ένα γλυκό μέχρι να οργανώσουμε μια μαζική δολοφονία; Γιατί όχι όλα αυτά να προέρχονται από φυσικές παρορμήσεις που πρέπει να μάθουμε να τις ελέγχουμε και όχι να τις καταπνίγουμε;

Όταν ο Καιν σκότωσε τον Άβελ ο φθόνος ήταν αυτός που τον υποκίνησε, μια φυσική συναίσθηση του ανθρώπου, μια μέγιστη αμαρτία κατά τη χριστιανική Hθική. Η απογοήτευση του, απο τις απαρνημένες απο τον θεό προσφορές του, μετατράπηκε σε ζήλια και ενισχυμένη από τον φυσικό παρορμητικό του χαρακτήρα, τον ατίθασο, τον δύσκολα υποτασόμενο σε εντολές (βλεδυρές αμαρτίες όλες αυτές), τον οδήγησαν στη μόνη πράξη που γνώριζε για να εξιλεωθεί από τον εαυτό του. Η σκέψη του ήταν ήδη γνωστή, του δόθηκαν προειδοποιήσεις, αλλά τι πραγματικά σκεφτόταν ο Καιν όταν οι προσφορές του απορριπτόταν;

Η γενιά του Καιν, οι στιγματισμένοι, οι εγκληματίες, οι δολοφόνοι, οι επαναστάτες, χάθηκαν με τον Κατακλυσμό…ή μήπως όχι; Κατάφεραν να επιβιώσουν ως τις μέρες μας ως άνθρωποι με ακραία χαρακτηριστικά, με σκέψεις παράξενες, παράλογες και ανούσιες για τους πολλούς, περιθωριακοί, “κακοί” άνθρωποι. Άλλοτε κρύβονται επιμελώς μέσο των εδραιωμένων αντιλήψεων και άλλοτε φανερώνονται για να δείξουν και να καταδείξουν την πραγματική κακία, για να αντισταθούν, να μας θυμίσουν ποίος είναι ο “Ανθρωπος” αμφισβητώντας και απορρίπτοντας ακόμα και τον ίδιο τον προπάτορα τους, καταδικάζοντας το έγκλημα του αλλά συναινώντας στο ελεύθερο του πνεύμα.

Στέφανος Γούναρης